Δεν είναι που δεν έχει ψωμιά ο φούρνος...
έχει και καλύτερα....δεν είναι που έχει τόση αξία το ταπεινό ανθάκι κι έσπασα τα ποδάρια μου να το βρω....Είναι που τούτες τις μέρες μ αρέσει να ψάχνω την ψυχή μου...κι όλο πίσω πηγαίνω, στα ξέγνοιαστα μικράτα μου...και περνούν οι εικόνες σαν ζωγραφιές , σαν πίνακες πια, με τέχνη αφαιρετική, όπου πίκρα δεν υπάρχει σταλιά....και βλέπω... .......Ετοιμασίες. Δεμάτια με κλαδιά στο στόμα του φούρνου της αυλής, λεκάνες και ζυμώματα, καρύδια και σορόπια κι ένα δεντράκι αστραφτερό πάνω στη ραπτομηχανή που παροπλίζονταν τις μέρες εκείνες και χουχούλιαζε κάτω από τα βαμβάκια, τις αράχνες και το τραπεζοκαρέ με την Κοκκινοσκουφίτσα, το λύκο και τα έλατα σε τέσσερα πανομοιότυπα μοτίβα. Λεπτοδουλειές…Τα γλυκά και τα ψωμιά, το μετρητό πάνω στον καμβά, τα στολίδια τα χιονοπλούμιστα που έσπαγαν στην παραμικρή πίεση κι έκοβαν σαν ξυράφια, τ’ αγγελούδια και τ’ αστέρια τα χρυσά, κάτι καμπανούλες τόσο λευκές που νόμιζες πως ήταν από καντιοζάχαρη κι εκείνα τα φωτάκια- μαργαρίτες που δεν αναβόσβηναν, ούτε κι έπαιζαν μουσική, παρά έφεγγαν αμυδρά κάτω από τους ιστούς, έβαφαν πολύχρωμες τις τουλούπες από το βαμβάκι και φώτιζαν στοιχειωδώς τη χάρτινη φάτνη που από το άνοιξε κλείσε πια είχε παραμορφωθεί σε τέτοιο βαθμό που οι πρωταγωνιστές της είχαν καταντήσει αγνώριστοι .
Δωράκια κάτω από το δέντρο δεν έβαζε κανείς. Οι άνθρωποι είχανε τότε διαφορετική αντίληψη γύρω από αυτά. Ήταν εκ των πραγμάτων αδύνατον άλλωστε αφού το τραπεζάκι της ραπτομηχανής ίσα ίσα λίγες κάρτες χώραγε, έναν μικρό ΑγιοΒασίλη και τον ασημοβαμμένο κουβά με την άμμο που στους κόκκους της ανάμεσα μπήγαμε τον κορμό. Εκείνες τις μέρες τις μικροχαρές του κανείς τις αναζητούσε στο μπακάλικο και καθόλου στον ουρανοκατέβατο παππούλη αν δεν με απατά η μνήμη μου. Η παιδική, μεγάλη, ομολογουμένως καρδιά είχε αποδεχτεί το γεγονός πως στα μικρά χωριά ποτέ δεν προλαβαίνει ο Άγιος να φτάσει και κάθε χρόνο υπέμενε στωικά την παράλειψη δείχνοντας την πρέπουσα κατανόηση. Μπαλόνια και φλογέρες λοιπόν στα ράφια του παντοπωλείου, πιστολάκια και κουκλιά, ντέφια, σφεντόνες, κουμπαράδες, σβούρες και βώλοι, καμιά ντενεκεδένια κιθάρα πότε πότε και κάτι κουραμπιέδες τυλιγμένοι σε ρυζόχαρτο που έχουν μείνει αλησμόνητοι…
Κάθε χρόνο τα ίδια...κι όσο μεγαλώνω πιότερο....με την ίδια τεχνική της αφαίρεσης...της εξιδανίκευσης εκείνης της εποχής, που είχε τα τρωτά της, που ίσως τώρα και να μην την άντεχα...Κι όμως επιμένω, μυστήριο πως...Και διαλέγω τούτες τις μνήμες για να ευχηθώ σε όλους...
Καλή Χρονιά και κάθε ευτυχία...