Λογοτεχνικό Εργαστήρι

“Να τα πώ;” (του Χρήστου Φούκη)

" Καλήν εσπέραν άρχοντες...." . Πάντα αποβραδίς τα " λέγαμε", έτσι η συνήθεια στα χρόνια μου.

Περιμέναμε να σουρουπώσει αρκετά παραμονή Χριστουγέννων και ξαμολιόμασταν στους δρόμους και τα στενά σοκάκια του χωριού, μόνοι η με παρέα. Κάλαντα, χαρούμενες παιδικές φωνές και τρεχάλες σ' όλες τις γειτονιές.

Το φώς της λουσέρνας, το φεγγοβόλισμα του αναμμένου τζακιού στο τζάμι του παραθύρου μας έδινε το θάρρος να κτυπήσουμε την πόρτα.

- θεία να τα πούμε;

Με κράτημα ανάσας με καρδιοχτύπι περιμέναμε απάντηση. Πίκρα, απογοήτευση σαν ακούγαμε κείνο το

- Μας τάπαν....μας τάπαν, πίσω απ' την πόρτα που δεν άνοιγε.

Δεκάρες, εικοσάρες και σπάνια κανένα πενηνταράκι η ανταμοιβή μα πιότερο ξεχειλωμένες οι τσέπες από καρύδια μύγδαλα σύκα και σταφίδες. Όλα καλοδεχούμενα ήταν τότε.

Χαράματα Χριστούγεννα μας ξύπναγε η μυρουδιά των φρεσκοψημένων λουκουμάδων, άρωμα και τσαγκίλα.

Γεμάτη βρίσκαμε την πήλινη λεκάνη δίπλα στον τζάκι, κι' ετσι αμέλωτους στεγνούς και ζεστούς αρπάζαμε καμπόσους.

Νύχτα σκοτάδι μας καλούσαν κι' οι καμπάνες στην εκκλησιά, παπαδάκια ντυνόμασταν.

Μυσταγωγία- κατάνυξη, φώς καντηλιών και κεριών μόνο. Μεταλαβιά και επιστροφή στο σπίτι με την βλογιά στα χέρια που τρίβαμε στην αχνιστή κοτόσουπα που σέρβιρε η μάνα στο τραπέζι. Δίπλα και η πηχτή στην γαβάθα κι' ο τραγανός πασπαλάς αρωματισμένος με θρούμπι σαμιώτικη.

Σύναξη μετά το παιδομάνι με γεμάτες τις τσέπες δεκάρες στην πλατεία η στον συνεταιρισμό.

Στο κλίμα των ημερών και οι μικροί, παρέες- παρέες. Σβουράκι, " πάρτα όλα" η " τουρκάκι". Με κάρβουνο χαραγμένοι οι ομόκεντροι κύκλοι στο τσιμέντο, χρειαζόταν και επιδεξιότητα το παιχνίδι αυτό.

Τα βράδια στο καφενείο του θείου Πανταζή, στον Αι- Χαράλαμπο μαζευόμασταν. Εκεί παίζαμε τόμπολα.

Συμμετείχαμε και οι μικροί σε αυτό, λοταρία ήταν. Στα άλλα καφενεία του χωριού τζόγος της τράπουλας μόνο για μεγάλους. Γύρω απ' το μεγάλο στρογγυλό τραπέζι δίπλα στην στόφα παίρναμε θέση, μπροστά μας η καρτέλα. Με αγωνία περιμέναμε να βγουν ένα- ένα τα νούμερα σπ' το σακούλι, και ανήσυχα κοιτάγαμε τον διπλανό μήπως προλάβει εκείνος. Ένα κουτί κουραμπιέδες ήταν συνήθως το έπαθλο του νικητή. Μπακλαβάς και λουκουμάδες ήταν τα γλυκά των γιορτών στα σπίτια μας, οι κουραμπιέδες ιδιαίτερης προτίμησης τότε.

Θαρρώ τα χρόνια της λιτής μέχρι τα απαραίτητα διαβίωσής μας, της προσμονής, της απλότητας, της απουσίας πλουτοεπίδειξης κρυβόταν το νόημα της ζωής. Η χαρά η ικανοποίηση και το αληθινό.

Ζούσαμε σαν οικογένεια με τους συγγενείς, την γειτονιά, τούς χωριανούς, την παρέα , τους φίλους.

Γνήσιες ανθρώπινες σχέσεις.

Ας κοιτάξουμε λίγο πίσω πριν η μνήμη μας χαθεί τελείως. Νοσταλγικά, με χαμόγελο ψυχής μα και αισιόδοξα. Τόχουμε τόσο ανάγκη στις μέρες μας.

Καλά Χριστούγεννα.

(Πίνακας του Νικηφόρου Λύτρα (1872), τα “Κάλαντα” )

©2025 Idyli. All Rights Reserved. Powered by New Age IT