Κάποτε συμβαίνει να σε μαγέψει μια ομορφιά, που δεν θέλεις να χαθεί .
Όταν ο ταχυδρόμος έφερε τη μακρόστενη κασετίνα με τα μολύβια του παππού, θαμπώθηκα. Στιλπνά κατακκόκινα με μύτη πάπιας. Ανασκίρτησα. Δεν μ' άφηνε να τ' αγγίξω. Τόσο πολύτιμα γι' αυτόν. Εργαλεία σχεδιασμού ήταν των ωραίων ξύλινων καραβιών που σκάρωνε στην ακρογιαλιά, ,αφού πρώτα τα σχεδίαζε στη ναυπηγική του σάλα.
Κάθε πρωί θήκιαζε στην αφτούκλα του το πλατσουκωτό μολύβι , με την ίδια κίνηση που πέρναγαν κόκκινα γαρύφαλλα στ' αφτιά, τα παλικάρια στις Κυριακάτικες βόλτες τους.
Μέρα με τη μέρα το μολύβι μίκραινε. Στο τέλος έμεινε ένα απολιιφάδι ξεβαμμένο στον πάγκο μες τη ξυλόσκονη του πριονιδιού. Το συμπονούσα σιωπηλά . Ήθελα να το φυλάξω σ' ένα σπιρτόκουτο, αλλά φοβόμουν τον φοβερό παππού. Μισό αιώνα μετά στη θέα της φωτογραφίας , ξανάνιωσα την τρυφερή αγάπη των μολυβιών που έλιωναν στα εργατικά χέρια των ανθρώπων. Σχεδίασαν ταξίδια μακρινά. Έγραψαν ιστορίες γραμμικές μιας τέχνης προαιώνιας , σβήνοντας μαζί της. Αγάπησα πολύ τ' απολειφάδια των μεγάλων έργων και των ατελείωτων ονείρων. Και τ' απαθανάτισα για χάρη της αθάνατης δημιουργικής ψυχής τους.
Φωτογραφία από έρημο ταρσανά, της μουσειολόγου ΛΕΝΑΣ ΣΤΕΦΑΝΟΥ